«Έστ' ήμαρ ότε Φοίβος πάλιν ελεύσεται καί ές αεί έσεται».


Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2010

Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΩΝ ΗΡΑΚΛΕΙΩΝ ΑΘΛΩΝ !!! Η ΛΕΡΝΑΙΑ ΥΔΡΑ, Η ΚΕΡΥΝΙΤΗΣ ΕΛΑΦΟΣ, ΕΡΥΜΑΝΘΙΟΣ ΚΑΠΡΟΣ


Η ΛΕΡΝΑΙΑ ΥΔΡΑ

Ο Ευρυσθέας τρομοκρατημένος από την επιτυχία του Ηρακλή του επέβαλλε τον δεύτερο άθλο την εξολόθρευση της Λερναίας Ύδρας.
«…ἐν τ τς Λέρνης λει κτραφεσα ξέβαινεν ες τ πεδίον κα τά τε βοσκήματα κα τν χώραν διέφθειρεν. εχε δ δρα περμέγεθες σμα, κεφαλς χον ννέα, τς μν κτ θνητάς, τν δ μέσην θάνατον…» (Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, βιβλίο Β΄κεφ5, παραγρ.2) και πιο κάτω: «τν δ δραν ερν ν τινι λόφ παρ τς πηγς τς μυμώνης, που φωλες ατς πρχε…»
Σχετικά αναφέρει και ο Παυσανίας: «…τς δ μυμώνης πέφυκεν π τ πηγ πλάτανος: π ταύτ τν δραν τραφναι τ πλατάν φασίν. γ δ τ θηρίον πείθομαι τοτο κα μεγέθει διενεγκεν δρν λλων κα τν ἰὸν οτω δή τι χειν νίατον ς τν ρακλέα π τς χολς ατο τς κίδας φαρμακεσαι…» (Παυσανίου Κορινθιακά, κεφ.37,παραγρ.4). Δηλαδή: Στην πηγή της Αμυμώνης έχει φυτρώσει πλάτανος, κάτω από τον οποίο λένε πως μεγάλωσε η ύδρα. Εγώ πιστεύω πως αυτό το θηρίο ξεπερνούσε σε μέγεθος τις άλλες ύδρες και ότι δεν υπήρχε γιατριά για το δηλητήριό της, γι’αυτό και ο Ηρακλής πότισε τις αιχμές των βελών του από την χολή της.( Εκδόσεις «Κάκτος» )
Όταν ο Ηρακλής έφερε σε πέρας  και την δεύτερη αυτή αποστολή,  ήταν τόσος μεγάλος ο φόβος πλέον του Ευρυσθέα, που λένε πως του επέβαλλε να μην εισέρχεται πια στην πόλη της Τίρυνθας αλλά να περιμένει τις εντολές έξω από τα τείχη, όπου θα τις μετέφερε προς αυτόν ο Κοπρέας. Άλλοι πάλι λένε πως είχε κατασκευάσει ένα μεγάλο χάλκινο πιθάρι υπόγεια, και μέσα σ’ αυτό κρυμμένος έδινε τις εντολές στον ημίθεο. Κατά την επίτευξη όμως  του δευτέρου άθλου, ο Ηρακλής είχε και την βοήθεια του Ιόλαου, κάτι που ο Ευρυσθέας δεν το δέχτηκε ούτε το μέτρησε στα κατωρθώματα του ήρωα,  αφού όπως του είπε θα έπρεπε να εκτελεί τους άθλους μόνος του.  «…Ερυσθες δ φη μ δεν καταριθμσαι τοτον ν τος δέκα τν θλον· ο γρ μόνος λλ κα μετ ολάου τς δρας περιεγένετο…» (Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, βιβλίο Β΄κεφ5, παραγρ.2)

Η ΚΕΡΥΝΙΤΗΣ ΕΛΑΦΟΣ
 
Τρίτη κατά σειρά αποστολή για τον Ηρακλή,  ήταν να συλλάβει και να φέρει ζωντανή στον Ευρυσθέα την Κερυνίτη Έλαφο.
«…ἦν δ λαφος ν Ονό, χρυσόκερως, ρτέμιδος ερά· δι κα βουλόμενος ατν ρακλς μήτε νελεν μήτε τρσαι, συνεδίωξεν λον νιαυτόν…» (Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, Βιβλίο Β΄, κεφ.5, παραγρ.3)
 Ήταν λένε, το ιερό ελάφι της Αρτέμιδος που ζούσε στο όρος Κερύνεια της Κορίνθου το οποίο είχε χρυσά κέρατα.  Και επειδή ανήκε στην Θεά, ο Ηρακλής δεν ήθελε ούτε να την σκοτώσει αλλά ούτε και να την πληγώσει. Έτσι για έναν ολόκληρο χρόνο κυνηγούσε το ελάφι να το πιάσει ζωντανό, όπως εξιστορεί σχετικά ο Απολλόδωρος .
Το ελάφι απ’το κυνήγι του ημιθέου, κατέφυγε στο όρος Αρτεμήσιο και από εκεί στον ποταμό Λάδωνα όπου και ήταν το σημείο στο οποίο το συνέλλαβε ο Ηρακλής.
«…Μετ δ τατ´ λαβε πρόσταγμα τν χρυσόκερων μν οσαν λαφον, τάχει δ διαφέρουσαν, γαγεν. τοτον δ τν θλον συντελν τν πίνοιαν σχεν οκ χρηστοτέραν τς κατ τ σμα ώμης. ο μν γάρ φασιν ατν ρκυσιν λεν, ο δ δι τς στιβείας χειρώσασθαι καθεύδουσαν, τινς δ συνεχε διωγμ καταπονσαι· πλν νευ βίας κα κινδύνων δι τς κατ τν ψυχν γχινοίας τν θλον τοτον κατειργάσατο…»  Γράφει σχετικά και ο Διόδωρος Σικελιώτης, στο Δ΄ Βιβλίο, παραγρ. 13 της Ιστορικής Βιβλιοθήκης του, αναφέροντας πως:  διάφορα λέγονται περί του τρόπου της σύλληψης της ελάφου, όμως κατά τον ίδιο μάλλον πρόκειται για μιας ψυχοφθόρας προσπάθειας.
Παρατηρούμε όμως ότι , από το όρος Κερύνεια  πήγαζε ένας χείμαρρος, ο Κερυνίτης, ο οποίος κατέληγε στον Κορινθιακό κόλπο. Και σε σχέση με τον Λάδωνα, όπου ο Ηρακλής επιτυγχάνει την σύλληψη του ελαφιού, βλέπουμε για ακόμη μια φορά, την σχέση των άθλων με τα αρδευτικά και αντιπλημμυρικά,  έργα που στην ουσία πραγματοποιούσε  ο ήρωας.

ΕΡΥΜΑΝΘΙΟΣ ΚΑΠΡΟΣ

 Τέρτατο άθλο διετάχθη από τον Ευρυσθέα στον Ηρακλή, να του φέρει ζωντανό τον Ερυμάνθιο κάπρο. Ήταν αυτός ένας τρομερός αγριόχοιρος παιδί της Κρομμυωνίας Σύς που κατοικούσε στην περιοχή της Μεγαρίδας και είχε μεταφερθεί στην Ψωφίδα από την Θεά Άρτεμη( σχετικά με την Κρομμυώνια Σύν, θα αναφερθούμε στο κεφάλαιο με τον Θησέα). Αυτός λοιπόν ο αγριόχοιρος,  ρίμαζε την περιοχή της Ψωφίδος εξορμώντας από το Ερυμάνθιο όρος.
«…Σειρν μν δ σταδίοις στν πωτέρω τριάκοντα Ψωφίς: παρ δ ατν τε ροάνιος ποταμς κα λίγον πωτέρω τς πόλεως ρύμανθος έουσιν. χει δ τς πηγς ρύμανθος ν ρει Λαμπεί, τ δ ρος τοτο ερν εναι Πανς λέγεται…» ( Παυσανίου Αρκαδικά, κεφ.24,παραγρ.3-4)
Ο Παυσανίας μας πληροφορεί ότι ο Ερύμανθος ήταν ποταμός που μαζί με τον Αροάνιο έχουν τις πηγές τους στο όρος Λαμπεία ( όπου υπάρχει και ιερό του Πανός) και ρέουν κοντά στην πόλη της Ψωφίδος. Τα νερά του ποταμού Ερύμανθου,  όταν αυτός ξεχύλιζε κάλυπταν την περιοχή και προκαλούσαν καταστροφές. Για ακόμη μια φορά βλέπουμε πως ο συμβολισμός ενός ποταμού παρουσιάζεται με την μορφή θηρίου τρομερού. Με άλλα λόγια και εδώ πρόκειται για έργα αντιπλημμυρικά που επέτυχε ο ήρωας διογενής, προς όφελος των κατοίκων  μιάς ολόκληρης περιοχής  που δεινοπαθούσε.
 «...διερχόμενος ον Φολόην πιξενοται Κενταύρ Φόλ, Σειληνο κα νύμφης μελίας παιδί. οτος ρακλε μν πτ παρεχε τ κρέα, ατς δ μος χρτο. ατοντος δ ονον ρακλέους, φη δεδοικέναι τν κοινν τν Κενταύρων νοξαι πίθον· θαρρεν δ παρακελευσάμενος ρακλς ατν νοιξε, κα μετ ο πολ τς σμς ασθόμενοι παρσαν ο Κένταυροι, πέτραις πλισμένοι κα λάταις, π τ το Φόλου σπήλαιον. τος μν ον πρώτους τολμήσαντας εσω παρελθεν γχιον κα γριον ρακλς τρέψατο βάλλων δαλος, τος δ λοιπος τόξευσε διώκων χρι τς Μαλέας….»( Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, βιβλίο Β΄, κεφ.5, παραγρ. 4)
Όταν ο ήρωας περνούσε από την περιοχή της Φολόης, η οποία είναι ένα οροπέδιο ανάμεσα στην Ηλεία και Αρκαδία, νότια του Ερυμάνθιου όρους γεμάτο βελανιδιές, φιλοξενήθηκε από τον Κένταυρο Φόλο, ο οποίος ζούσε εκεί ( από αυτόν μάλιστα ονομάστηκε η περιοχή) . Στο δείπνο που του παρέθεσε ο Ηρακλής του ζήτησε να ανοίξει το κρασί που φυλούσε στο πιθάρι. Εκείνος αρνήθηκε,  επειδή ανήκε σ’ όλους τους Κενταύρους. Με την επιμονη του ήρωα,  τελικώς το άνοιξε,  με αποτέλεσμα από την οσμή να το αντιληφθούν οι άλλοι Κένταυροι και να έρθουν με άγριες διαθέσεις στην σπηλιά του Φόλου. Ο Άγριος και ο Άγχιος ήταν εκείνοι που τόλμησαν να μπούν στο σπήλαιο επιτηθέμενοι κατά του Ηρακλή και τους οποίους ο ημίθεος τους έδιωξε με τους δαυλούς, ενώ τους υπόλοιπους τους τόξευσε καταδιώκοντάς τους μέχρι το όρος  Μαλέα.  Εδώ ζούσε ο Χείρων που είχε διωχθεί από το Πήλιο, από τους Λαπίθες, στον οποίο προσέτρεξαν οι διωκόμενοι από τον Ηρακλή Κένταυροι. Τοξεύοντας τον Έλατο,  ο ημίθεος,  το τόξο του διαπέρασε το μπράτσο  του Ελάτου και σφηνώθηκε στο γόνατο του Χείρωνα. Στεναχωρημένος από το συμβάν ο Ηρακλής ( όλοι εκτιμούσαν και τιμούσαν τον μεγάλο και σοφό δάσκαλο Χείρωνα) έβγαλε το βέλος από το γόνατο και έβαλε στην πληγή ένα φάρμακο που του έδωσε ο ίδιος ο Χείρων. Όμως δυστυχώς η πληγή που είχε προξενήσει το βέλος του ήρωα ήταν ανίατος ( έχουμε ανωτέρω αναφέρει για το δηλητήριο της Ύδρας από την Λέρνη που έβαλε στα τόξα του ο Ηρακλής) και αποσύρθηκε μακριά για να πεθάνει. Όμως, ως αθάνατος που ήταν, αυτό ήταν αδύνατο ! Και τότε ο Δίας έκανε αθάνατο τον Προμηθέα και αυτόν θνητό, ώστε έτσι πέθανε ο Σοφός δάσκαλος Χείρων. 
«…τοξεύων ησι βέλος ρακλς, τ δ νεχθν λάτου δι το βραχίονος τ γόνατι το Χείρωνος μπήγνυται. νιαθες δ ρακλς προσδραμν τό τε βέλος ξείλκυσε, κα δόντος Χείρωνος φάρμακον πέθηκεν. νίατον δ χων τ λκος ες τ σπήλαιον παλλάσσεται. κκε τελευτσαι βουλόμενος , κα μ δυνάμενος πείπερ θάνατος ν, ντιδόντος Δι Προμηθέως ατν ντ ατο γενησόμενον θάνατον, οτως πέθανεν. …»( Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, βιβλίο Β΄, κεφ.5, παραγρ. 4)
Ο περιηγητής Παυσανίας μας πληροφορεί, στα Ηλιακά ( κεφ.10, παραγρ. 8-10) πως ο Χείρων είχε πάει στον Άνιγρο, ένα ποταμό που πήγαζε από το αρκαδικό βουνό Λάπιθο, και εκει έπλυνε την πληγή του, με αποτέλεσμα από τότε τα νερά του να ζεύουν, όπου ουδέ καν ψάρια μπορούσαν να ζήσουν και έφευγαν προς αναζήτηση καθαρότερων νερών. Έτσι κατέληγαν στον Ακίδαντα, τα νερά του οποίου έσμιγαν με τον Άνιγρο. Τα ψάρια αυτά,  ενώ όταν ήταν στον ποταμό Άνιγρο ήταν ακατάλληλα προς βρώσιν, όταν περνούσαν στον Ακίδαντα μπορούσαν να καταστούν κατάλληλα. Αυτή λοιπόν η οσμή, προερχόταν από το δηλητήριο της Ύδρας που είχε το βέλος του Ηρακλή.
«…ὁ δ νιγρος οτος ξ ρκαδικο μν κάτεισιν ρους Λαπίθου, παρέχεται δ εθς π τν πηγν δωρ οκ εὐῶδες, λλ κα δύσοσμον δεινς. πρν δ καταδέξασθαι τν κίδαντα καλούμενον δλός στιν οδ ρχν τρέφων χθς: μετ δ τοτον σβαλόντα σοι τν χθύων μο τ δατι ατο κατίασιν ς τν νιγρον, ο σφς τι δωδίμους χουσιν νθρωποι, τ πρότερα, ν ντς λσι το κίδαντος, δωδίμους ντας…λλήνων δ ο μν Χίρωνα, ο δ λλον Κένταυρον Πυλήνορα τοξευθέντα π ρακλέους κα φυγόντα τραυματίαν φασν ν τ δατι πολοσαι τούτ τ λκος, κα π τς δρας το ο γενέσθαι δυσχερ τ νίγρ τν σμήν…»
Οι υπόλοιποι Κένταυροι έφυγαν σε διάφορα σημεία, αλλαφιασμένοι. Από αυτή την φυγή ο Νέσσος κατέληξε στον Εύηνο ποταμό,  όπου θα δούμε πιο κάτω την νέα συνάντηση που είχε με τον ήρωα και την συμβολή του στον θάνατο του Ηρακλέως. «...ο λοιπο δ τν Κενταύρων φεύγουσιν λλος λλαχ, κα τινς μν παρεγένοντο ες ρος Μαλέαν, Ερυτίων δ ες Φολόην, Νέσσος δ π ποταμν Εηνον. τος δ λοιπος ποδεξάμενος Ποσειδν ες λευσνα ρει κατεκάλυψεν…»   λέει ο Απολλόδωρος σημειώνοντας την ταραχή των Κενταύρων που τελικώς διεσπάρισσαν σε διάφορα σημεία, κάποιους δε από αυτούς ο Ποσειδώνας τους παραχώρησε το όρος στην Ελευσίνα όπου και διέμεναν.   
Εν τω μεταξύ ο Φόλος κρατώντας το τόξο που σκότωσε τον Χείρωνα, αναρωτιόταν πώς είναι δυνατόν ένα τόσο μικρό αντικείμενο να είναι ικανό να σκοτώσει τόσο μεγαλόσωμα όντα, όπως οι Κένταυροι, και τότε γλυστρώντας το βέλος από τα χέρια του καρφώθηκε στο πόδι του με αποτέλεσμα να τον σκοτώσει ακαριαία ! Όταν ο Ηρακλής γυρνώντας στην Φολόη, βρήκε τον Φόλο νεκρό, τον πήρε τον έθαψε και πήγε να βρεί τον κάπρο που ήταν  κρυμμένος στην φωλιά του. Από εκεί ο ήρωας τον ξετρύπωσε και με κραυγές τον κυνηγούσε έως ότου κατάκοπος ο αγριόχοιρος παρασυρμένος από τον Ηρακλή στο χιονισμένο όρος,  έπεσε στα χέρια του ημιθέου και δεμένος οδηγήθηκε στις Μυκήνες, μπροστά στον Ευρυσθέα, για να ολοκληρωθεί έτσι και ο τέταρτος άθλος του ήρωα! 
«…Φόλος δ λκύσας κ νεκρο τ βέλος θαύμαζεν, ε τος τηλικούτους τ μικρν διέφθειρε· τ δ τς χειρς λισθσαν λθεν π τν πόδα κα παραχρμα πέκτεινεν ατόν. πανελθν δ ες Φολόην ρακλς κα Φόλον τελευτήσαντα θεασάμενος, θάψας ατν π τν το κάπρου θήραν παραγίνεται, κα διώξας ατν κ τινος λόχμης μετ κραυγς, ες χιόνα πολλν παρειμένον εσωθήσας μβροχίσας τε κόμισεν ες Μυκήνας…»( Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, βιβλίο Β΄, κεφ.5, παραγρ. 4)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου